O σκοπός της μελέτης, που συγκέντρωσε στοιχεία από Γαλλία, Η.Β. και Ολλανδία, ήταν να εκτιμήσει τον κίνδυνο του καρκίνου του μαστού που σχετίζεται με διαγνωστική ακτινοβολία σε φορείς μεταλλάξεων στα γονίδια ΒRCA 1 και 2. Χρησιμοποιήθηκαν οι κατάλληλες για την περίπτωση στατιστικές αναλύσεις καθώς επίσης και ο υπολογισμός της δόσης ανά όργανο και της συχνότητας των διαγνωστικών εξετάσεων όπως τις ανέφεραν οι ασθενείς.
Για να διορθωθεί πιθανό σφάλμα επιβίωσης, η ανάλυση απέκλεισε φορείς που διαγνώσθηκαν περισσότερο από 5 χρόνια πριν συμπληρώσουν το ερωτηματολόγιο της μελέτης.
Σε φορείς μεταλλάξεων στο ΒRCA 1 και 2, κάθε έκθεση σε διαγνωστική ακτινοβολία πριν από την ηλικία των 30 συνδεόταν με ένα αυξημένο δοσοεξαρτώμενο κίνδυνο καρκίνου του μαστού (HR 1,90, 93% CI 1,20 έως 3).
Αναλύσεις των διάφορων τύπων διαγνωστικών εξετάσεων έδειξαν μία τάση αυξημένου κινδύνου όσο αυξανόταν ο αριθμός των ακτινογραφιών πριν από την ηλικία των 20 και πριν από την ηλικία των 30 συγκριτικά με όσες δεν είχαν υποστεί καμία έκθεση σε ακτινοβολία.
Ένα ιστορικό μαστογραφίας πριν από την ηλικία των 30 επίσης συνδεόταν με ένα αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του μαστού (HR 1,43, 0,85 έως 2,40).
Αναλύσεις ευαισθησίας έδειξαν πως γι΄αυτά τα ευρήματα δεν υπήρξε συμβολή κάποιων συγχυτικών παραγόντων που να σχετίζονται με το οικογενειακό ιστορικό.
Συμπερασματικά: Σ’ αυτή την μεγάλη ευρωπαϊκή μελέτη μεταξύ φορέων BRCA 1 – 2 μεταλλάξεων, η έκθεση στη διαγνωστική ακτινοβολία πριν από την ηλικία των 30 συνδεόταν με έναν αυξημένο κίνδυνο καρκίνο του μαστού και μάλιστα σε δόσεις σημαντικά χαμηλότερες από εκείνες που είχαν διαπιστωθεί σε άλλες σειρές πως αυξάνουν τον κίνδυνο. Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης υποστηρίζουν τη χρήση μη ιονιζουσών απεικονιστικών τεχνικών (όπως είναι η μαγνητική τομογραφία) ως κύριο εργαλείο για παρακολούθηση νέων γυναικών με μεταλλάξεις στα BRCA 1 και 2.
( Όλο το άρθρο είναι ελεύθερα προσβάσιμο)
Για να διορθωθεί πιθανό σφάλμα επιβίωσης, η ανάλυση απέκλεισε φορείς που διαγνώσθηκαν περισσότερο από 5 χρόνια πριν συμπληρώσουν το ερωτηματολόγιο της μελέτης.
Σε φορείς μεταλλάξεων στο ΒRCA 1 και 2, κάθε έκθεση σε διαγνωστική ακτινοβολία πριν από την ηλικία των 30 συνδεόταν με ένα αυξημένο δοσοεξαρτώμενο κίνδυνο καρκίνου του μαστού (HR 1,90, 93% CI 1,20 έως 3).
Αναλύσεις των διάφορων τύπων διαγνωστικών εξετάσεων έδειξαν μία τάση αυξημένου κινδύνου όσο αυξανόταν ο αριθμός των ακτινογραφιών πριν από την ηλικία των 20 και πριν από την ηλικία των 30 συγκριτικά με όσες δεν είχαν υποστεί καμία έκθεση σε ακτινοβολία.
Ένα ιστορικό μαστογραφίας πριν από την ηλικία των 30 επίσης συνδεόταν με ένα αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του μαστού (HR 1,43, 0,85 έως 2,40).
Αναλύσεις ευαισθησίας έδειξαν πως γι΄αυτά τα ευρήματα δεν υπήρξε συμβολή κάποιων συγχυτικών παραγόντων που να σχετίζονται με το οικογενειακό ιστορικό.
Συμπερασματικά: Σ’ αυτή την μεγάλη ευρωπαϊκή μελέτη μεταξύ φορέων BRCA 1 – 2 μεταλλάξεων, η έκθεση στη διαγνωστική ακτινοβολία πριν από την ηλικία των 30 συνδεόταν με έναν αυξημένο κίνδυνο καρκίνο του μαστού και μάλιστα σε δόσεις σημαντικά χαμηλότερες από εκείνες που είχαν διαπιστωθεί σε άλλες σειρές πως αυξάνουν τον κίνδυνο. Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης υποστηρίζουν τη χρήση μη ιονιζουσών απεικονιστικών τεχνικών (όπως είναι η μαγνητική τομογραφία) ως κύριο εργαλείο για παρακολούθηση νέων γυναικών με μεταλλάξεις στα BRCA 1 και 2.
( Όλο το άρθρο είναι ελεύθερα προσβάσιμο)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου