Γράφει ο ΝΙΚΟΣ ΤΣΑΠΡΑΛΗΣ.
Από το Πανεπιστήμιο της Μινεσότα, στο τεύχος Ιουλίου του 2011 του περιοδικού Ann Surg Oncol, δημοσιεύθηκε μία μελέτη που βασίστηκε στην επανεξέταση των φακέλων των ασθενών που είχαν υποβληθεί σε χειρουργική θεραπεία από το 2002-2009. Από τη μελέτη αποκλείστηκαν οι ασθενείς με νόσο σταδίου IV, ασθενείς με προηγούμενο ιστορικό καρκίνου του μαστού, ασθενείς με λέμφωμα Hodgkin και ασθενείς φορείς μεταλλάξεων στα γονίδια BRCA.
Η ερευνητική ομάδα αξιολόγησε διαφορές στα δημογραφικά στοιχεία 414 ασθενών, στη χειρουργική αντιμετώπιση και τα χαρακτηριστικά του όγκου μεταξύ των γυναικών που υποβλήθηκαν σε μαστεκτομή, σε σύγκριση με εκείνες που υποβλήθηκαν σε χειρουργική επέμβαση διατήρησης του μαστού.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι ασθενείς οι οποίες προεγχειρητικά είχαν υποβληθεί σε μαγνητική τομογραφία είχαν μεγαλύτερες πιθανότητες ( 1,8 φορές) να υποβληθούν σε μαστεκτομή σε σύγκριση με όσες δεν υποβλήθηκαν προεγχειρητικά στη συγκεκριμένη εξέταση (43% έναντι 28%, P =. 002). Η μελέτη έδειξε, επίσης, ότι η νεότερη ηλικία, το μεγαλύτερο μέγεθος του όγκου, η διήθηση των λεμφαδένων, το διηθητικό λοβιακό καρκίνωμα, καθώς και η προεγχειρητική μαγνητική τομογραφία ήταν ανεξάρτητοι προγνωστικοί παράγοντες για την επιλογή της μαστεκτομής ( P <.05). Η MRI ανίχνευσε ετερόπλευρο καρκίνο του μαστού σε ποσοστό 2,7% των ασθενών. Μεταξύ των ασθενών που υποβλήθηκαν σε χειρουργική θεραπεία διατήρησης του μαστού, δεν αναδείχθηκε η ύπαρξη σημαντικής συσχέτισης μεταξύ προεγχειρητικής MRI και μικρότερης σε έκταση εκτομής του μαζικού αδένα (MRI 14%, χωρίς MRI 18%, P =. 34).
Tο συμπέρασμα ήταν ότι η προεγχειρητική μαγνητική τομογραφία συσχετίστηκε με υψηλότερα ποσοστά μαστεκτομής και πιθανότητα ανίχνευσης ετερόπλευρου καρκίνου του μαστού, όχι όμως και με χαμηλότερα ποσοστά επανεπέμβασης, παρόλο που οι συγγραφείς του άρθρου αναγνωρίζουν ότι το διάστημα παρακολούθησης ήταν σύντομο.
Η χρήση της προεγχειρητικής μαγνητικής τομογραφίας για το σχεδιασμό της θεραπείας του καρκίνου του μαστού αυξάνεται στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ωστόσο, οι πρόσθετες προεγχειρητικές πληροφορίες που αυτή παρέχει δεν έχουν ως αποτέλεσμα την καλύτερη χειρουργική αντιμετώπιση ή τη βελτίωση των θεραπευτικών αποτελεσμάτων, ενώ παράλληλα συνδέονται και με αύξηση του ποσοστού των μαστεκτομών. Στοιχεία που να δείχνουν ότι η προεγχειρητική μαγνητική τομογραφία μπορεί να βελτιώσει τα θεραπευτικά αποτελέσματα σε ότι αφορά το ποσοστό υποτροπής ή επιβίωσης, δεν έχουν ακόμα επιβεβαιωθεί.
Πρόσθετα ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκαλεί η σταδιακή αύξηση των ποσοστών μαστεκτομής με τη χρήση της MRI σε συνδυασμό με διαγνωστική βιοψία. Έτσι, τα στοιχεία της μελέτης έδειξαν πως από τις γυναίκες που επέλεξαν να υποβληθούν σε μαστεκτομή, το 29% δεν είχε υποβληθεί σε MRI προεγχειρητικά. Όμως, τα ποσοστά των μαστεκτομών αύξαναν όταν οι ασθενείς υποβαλλόταν σε MRI προεγχειρητικά, είτε αυτή ήταν αρνητική, είτε αυτή ήταν μη φυσιολογική (39% και 51% αντίστοιχα). Επιπρόσθετα αναδείχθηκε μία σημαντική αύξηση των μαστεκτομών όταν η ύποπτη προεγχειρητική MRI συνδυαζόταν με διαγνωστική βιοψία (54%) (ακόμα κι όταν το αποτέλεσμά της βιοψίας δεν αναδείκνυε κακοήθεια), με αποκορύφωμα βέβαια οι γυναίκες με ύποπτη MRI και θετική βιοψία να επιλέγουν να υποβληθούν σε μαστεκτομή (82%).
:
• Γυναίκες χωρίς μαγνητική τομογραφία (29%)
• Οι γυναίκες με αρνητική μαγνητική τομογραφία (39%)
• Οι γυναίκες με μη φυσιολογική MRI (51%)
• Οι γυναίκες με μια ανώμαλη μαγνητική τομογραφία και μια επακόλουθη βιοψία (54%)
• Οι γυναίκες με μια ανώμαλη μαγνητική τομογραφία και μια βιοψία που έδειξε κακοήθεια (82%)
Τα νέα αυτά δεδομένα εγείρουν αμφιβολίες για τον αντίκτυπο της μαγνητικής τομογραφίας κατά τον προεγχειρητικό έλεγχο. Αντίκτυπο όχι μόνο οικονομικό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου